Επισκέπτες του χώρου μας

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

Μόλις διαβάσετε το παρακάτω κείμενο προσεκτικά(!) θα καταλάβετε για ποιό λόγο δεν θέλουν κάποιοι..να γνωρίζουμε την ιστορία της Ελλάδος



 


 «τους μεν ηλικιωμένους επέρασαν (οι μουσουλμάνοι) γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν αυτών ελεηλάτησαν … τας δε ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσε ποταμηδον …"
Σκότωσαν όλα τα παιδιά κάτω των 3 ετών, όλους τους άνδρες από 12 ετών και πάνω, καθώς και όλες τις γυναίκες από 40 ετών και πάνω, με εξαίρεση αυτούς που ήταν πρόθυμοι να ασπαστούν το Ισλάμ!

Η σφαγή της Χίου αναφέρεται στην σφαγή δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων της Χίου από τον Οθωμανικό στρατό. Το γεγονός συνέβη τον Απρίλιο του 1822.

 Είχε προηγηθεί ο ξεσηκωμός του νησιού στις 11 Μαρτίου 1822, με την απόβαση εκστρατευτικού σώματος Σαμιωτών. Οι Οθωμανοί (ντόπιοι και άλλοι που είχαν έλθει από την Ασία) κλείστηκαν αρχικά στο κάστρο. Στις 30 Μαρτίου έφθασε ο οθωμανικός στόλος ο οποίος έλυσε την πολιορκία και άρχισε τη σφαγή του ορθόδοξου πληθυσμού με τη συμμετοχή και ατάκτων μουσουλμάνων που κατέφθαναν από τις ακτές της Μ. Ασίας με κάθε είδους πλεούμενο.[1][2].
Την περίοδο αυτή η Χίος διέθετε μία μεγάλη και ακμάζουσα ελληνική κοινότητα που ευημερούσε βασιζόμενη στην καλλιέργεια της μαστίχας. Απολάμβανε μάλιστα σημαντικά προνόμια από τους Οθωμανούς, για τους οποίους η μαστίχα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό προϊόν. Συνέπεια των προνομίων ήταν η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού του νησιού, που αριθμούσε το 1822 περισσότερους από 100.000 κατοίκους. Ωστόσο, το 1822 ο πληθυσμός ζούσε κάτω από την οθωμανική καταπίεση. Για την πρόληψη επανάστασης, είχαν μεταφερθεί στο νησί στρατεύματα από την Ασία και είχε τοποθετηθεί ως διοικητής ο σκληρός Βαχίτ πασάς.


Οι Χιώτες έκαναν καταναγκαστικές εργασίες για την ενίσχυση των οχυρώσεων και ταυτόχρονα αναγκάζονταν να συντηρούν αυτόν τον "μαχαιροφόρο όχλο" με την απειλή της βίας. Οι οθωμανοί καθημερινά έκαναν αρπαγές και φόνους στην πόλη και τα χωριά ατιμωρητί.[3] Σχέδια για εξέγερση στη Χίο γίνονταν από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης, το 1821, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο του Τομπάζη. Τον Ιούλιο του '21 είχε αναλάβει την οργάνωση της εξέγερσης ο Ιωάννης Ράλλης, Χιώτης Φιλικός και άλλοτε έμπορος στην Οδησσό. Όμως Χιώτες έμποροι των Κυκλάδων τον έπεισαν ότι αυτή η επιχείρηση ήταν άκαιρη και επικίνδυνη, κάτι στο οποίο συμφώνησε και ο Υψηλάντης.[4]
Το Μάρτιο του 1822 η Χίος επαναστάτησε, όταν ο Αντώνιος Μπουρνιάς - που υπήρξε αξιωματικός του Ναπολέοντα κατά την Αιγυπτιακή εκστρατεία - με διακόσιους άνδρες αποβιβάστηκαν στη Σάμο και κάλεσαν τον Λυκούργο Λογοθέτη να συμμετάσχει στην επανάσταση της Χίου. Αποφασιστική σημασία για την έκβαση της εξέγερσης είχε η απραξία της - λεγόμενης - κεντρικής κυβέρνησης η οποία δεν απέστειλε έγκαιρα βοήθεια στους επαναστάτες. Την καθυστέρηση της βοήθειας αναφέρει και ο Γάλλος εθελοντής Maxime Raybaud, γράφοντας ότι οι προετοιμασίες για την αποστολή δύο ολμοβόλων και ξένων στρατιωτικών κράτησαν 13 μέρες, ενώ μόνο για να πλεύσουν από την Πελοπόννησο μέχρι τα Ψαρά έκαναν 8 μέρες. Ο Γερμανός αξιωματικός Bellier de Launay γράφει ότι "αν είχαμε φτάσει 10 ημέρες νωρίτερα θα είχε σωθεί η Χίος". Αναγνωρίζεται ωστόσο ότι αυτή η κυβέρνηση πρακτικά δεν είχε εξουσίες, και ότι ανοργάνωτες εξεγέρσεις γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Επίσης σημαντικό ήταν ότι η εξέγερση άρχισε Μάρτιο, οπότε ο καιρός επέτρεπε την επιχείρηση του οθωμανικού στόλου. Οι μόνοι που έστειλαν βοήθεια στη Χίο ήταν οι Ψαριανοί.[5]
Εκτός των άλλων αιτίων, στην περαιτέρω αποδυνάμωση των επαναστατών συνέβαλε και η διχόνοια μεταξύ των δύο ηγετών, του Μπουρνιά και του Λογοθέτη. Ο Μπουρνιάς κατά την υποχώρηση φώναζε το σύνθημα που είναι γνωστό στη Χίο: «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!... »
Είναι δε τέτοια η ντροπή για τη συμφορά αυτή που δεν υπάρχει ούτε ένα μνημείο της σφαγής στη Χίο. Οι ιστορικοί έχουν επισημάνει ότι η άρχουσα τάξη του νησιού ήταν απρόθυμη να ενταχθεί στην ελληνική εξέγερση, φοβούμενη την απώλεια της ασφάλειας και της ευημερίας της[6]. Παρ´ όλα αυτά ο Α. Μπουρνιάς προσπάθησε να κάνει επανάσταση με διακόσιους άνδρες συν τους άνδρες του Λ. Λογοθέτη.
Ο ξεσηκωμός του εύφορου νησιού εξαγρίωσε το Σουλτάνο. Έτσι, ο Οθωμανικός στόλος υπό την ηγεσία του Καρά Αλί έπλευσε προς την Χίο για να καταστείλει την επανάσταση και αποβίβασε περί τους 7.000 στρατιώτες από τη Μικρά Ασία. Με την άφιξη του μεγάλου εχθρικού στόλου οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από το νησί με εξαίρεση ένα τμήμα Ψαριανών που παρακολουθούσε από απόσταση τις κινήσεις των Οθωμανών. Χωρίς σημαντική αντίσταση ο Οθωμανικός στρατός προχώρησε σε εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές άμαχου πληθυσμού, παρόλο που η συντριπτική πλειονότητα του νησιού δεν έκανε τίποτα για να προκαλέσει τη σφαγή καθώς δεν συμμετείχε στην εξέγερση κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας[7]. Οι Οθωμανοί έκαψαν σπίτια και σκότωσαν όλα τα παιδιά κάτω των 3 ετών, όλους τους άνδρες από 12 ετών και πάνω, καθώς και όλες τις γυναίκες από 40 ετών και πάνω, με εξαίρεση αυτούς που ήταν πρόθυμοι να ασπαστούν το Ισλάμ[8]. Τελικά, περισσότεροι από 40.000 κάτοικοι του νησιού σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν[9][10] ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού διέφυγε προς τα Ψαρά, τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο. Κατά τον ιστορικό Καστάνη που ήταν παρών στη σφαγή της Χίου ο πληθυσμός του νησιού έφθανε τις 180.000 ψυχές. Κατά τον ιστορικό Μαμούκα ο οποίος ήταν επίσης παρών στη σφαγή ο πληθυσμός ανερχόταν στις 140.000 με 150.000 ψυχές και κατά τα κιτάπια των Τούρκων ο πληθυσμός ανερχόταν στις 120.000 ψυχές. Εκείνο που είναι γεγονός είναι ότι στο νησί της Χίου έμειναν περί τους 1.000 - 2.000 χιλιάδες άνθρωποι και περί τους 20.000 διέφυγαν ... Όλοι οι υπόλοιποι εκτός των αγοριών από 3 - 12 ετών και των γυναικών από 3 - 40 ετών που αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν από Εβραίους δουλεμπόρους σε παζάρια της Δύσης και της Ανατολής, σφάχθηκαν ανελέητα. Ο τότε Τούρκος τοποτηρητής της Χίου Βαχίτ πασάς, που κατέγραψε τα συμβάντα, αναφέρει ότι «τους μεν ηλικιωμένους επέρασαν (οι μουσουλμάνοι) γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν αυτών ελεηλάτησαν … τας δε ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσε ποταμηδον …". Όταν ο ίδιος απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη αναφορά για την ανακατάληψη του νησιού, απέστειλε μαζί και 5 φορτία με κομμένα κεφάλια και 2 φορτία κομμένα αυτιά. Καταμετρώντας τους νεκρούς αναφέρει κεφάλια ιερέων, προεστών και ανταρτών 1.109, «τελειωθέντες εν στόματι μαχαίρας» 25.000, σκλαβωμένα αγόρια και κορίτσια 5.000.[11]
Έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον Σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς... Χίλια διακόσια κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της αμοιβής που δόθηκε για τον καθένα. Το βιβλίο της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών κάνει λόγο για 33.000 αιχμαλωτισμένες ψυχές και 33.000 σφαγμένους. Εάν όμως συλογισθούμε τα νούμερα των εναπομεινάντων μαζί με αυτούς που κατόρθωσαν και διέφυγαν τα νούμερα των χαμένων ψυχών είναι κατά πολύ μεγαλύτερα κι αν λάβουμε υπ´όψιν την εκτίμηση των Τούρκων όσον αφορά τον πληθυσμό.

Το εμπόριο δούλων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια όψη της οθωμανικής αγριότητας κατά του πληθυσμού της Χίου ήταν η πώληση - κυρίως γυναικών και παιδιών - ως δούλων. Μεταφέρονταν ως εμπορεύματα σε παζάρια της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης και πωλούνταν σε εξευτελιστικές τιμές. Ο Ολλανδός διπλωμάτης στην Κωνσταντινούπολη Gaspar Testa γράφει προς τον υπουργό του των εξωτερικών:
 
"Το πιό σπαρακτικό θέαμα είναι τα σκλαβωμένα γυναικόπαιδα που έφεραν από τη Χίο ... Αγόρια και κορίτσια σέρνονται στους δρόμους δεμένα το ένα με το άλλο και οδηγούνται στα σκλαβοπάζαρα. Κοπέλλες κρατούσαν στο χέρι ένα χαρτί με το όνομα των Τούρκων κυρίων τους που έμειναν στην Χίο. Μη μπορώντας να τις συνοδέψουν οι ίδιοι, τις έστειλαν στη διεύθυνση των σπιτιών τους στην Πόλη."
Ο Άγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry γράφει σε αναφορά του προς τη Levant Company: "Στο δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω-κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα". Στον Courrier Francais της 10-7-1822 αναφέρεται ότι φανατικοί μουσουλμάνοι αγόραζαν το θύμα τους για 30 γρόσια και το έσφαζαν για να κερδίσουν μια θέση στον παράδεισο. Πολλές γυναίκες αυτοκτόνησαν κατά την μεταφορά και άλλες πέθαναν από απεργία πείνας για να γλυτώσουν τον εξευτελισμό. Στην Allgemeine Zeitung δημοσιεύεται ότι μικρά παιδιά κάτω των 7 ετών που ήταν ακατάλληλα για το εμπόριο δένονταν και ρίχνονταν στη θάλασσα. Το σκηνικό του δουλεμπορίου περιγράφει και ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας R. Walsh αναφέροντας ότι από την 1η Μαΐου 1822 εκδόθηκαν 41.000 "τεσκερέδες" (έγγραφα ιδιοκτησίας δούλων) και ότι 5.000 πουλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης Spectateur Oriental, έως την 10-5-1822 στο τελωνείο της Σμύρνης είχαν καταβληθεί δασμοί για 40.000 σκλάβους.
Τα παιδιά οδηγούνταν κατά ομάδες για εξισλαμισμό. Ο Άγγλος κληρικός Walsh γράφει ότι "μέσα σε μια μέρα έγιναν περισσότεροι προσηλυτισμοί από το Ευαγγέλιο στο Κοράνι απ' όσοι απ' το Κοράνιο στο Ευαγγέλιο σε έναν αιώνα".
Οι αγοραπωλησίες σταμάτησαν στις 19 Ιουνίου 1822 ύστερα από επέμβαση της αδελφής του σουλτάνου, στην οποία ανήκε η Χίος ως φέουδο.[12].

Το γεγονός στον ευρωπαϊκό τύπο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σφαγή της Χίου και η επακόλουθη ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη είχαν μεγάλη επίδραση στην κοινή γνώμη της Ευρώπης και στην ανάπτυξη του φιλελληνικού κινήματος. Οι Ευρωπαίου συνειδητοποίησαν τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα και έδειξαν συμπάθεια προς τα θύματα και τους ήρωες ενός άνισου αγώνα.
Η είδηση έφτασε στις ευρωπαϊκές εφημερίδες από την Κωνσταντινούπολη μέσω του Οθωμανικού ταχυδρομείου (στην Κων/πολη δεν εκδίδονταν εφημερίδες). Στην εφημερίδα της Βιέννης «Αυστριακός Παρατηρητής» δημοσιεύτηκε η είδηση την 14 Απριλίου (νέο ημ/γιο). Στις γαλλικές εφημερίδες δημοσιεύτηκε αρχικά την 25 Μαΐου 1822 αναπαραγόμενη από τον Αυστριακό Παρατηρητή ή από γερμανικές εφημερίδες. Αναγγέλλεται η απόβαση τουρκικού στρατού στο νησί και γενική σφαγή η οποία χαρακτηρίζεται «πέρα πάσης περιγραφής». Η παρισινή Constitutionnele αναπαράγοντας από τη γερμανική Allgemeine Zeitung αναφέρει ότι τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί στο Αϊβαλί είναι ασήμαντα μπροστά στη σφαγή της Χίου. Την 20 Απριλίου η σφαγή διαρκούσε ακόμη. Ούτε οι γυναίκες και τα παιδιά ετύγχαναν οίκτου. Ο καπετάν πασάς έσωσε μερικές εκατοντάδες στο φρούριο. Οι απώλειες των Τούρκων αναφέρονται στις 4.000. Ειδήσεις που έφτασαν από την Κωνσταντινούπολη τις επόμενες μέρες αναφέρουν τη δημόσια πώληση γυναικών και παιδιών από τη Χίο στα παζάρια της Πόλης. Φανατικοί μουσουλμάνοι πληρώνουν περί τα τριάντα πιάστρα για να αγοράσουν ένα θύμα που το σφάζουν αμέσως για να εξασφαλίσουν μια θέση στον παράδεισο, όπως υπόσχεται το κοράνιο για κάθε πιστό που θα έχει φονεύσει έναν άπιστο. Αυτές οι σκηνές προκάλεσαν τον οίκτο των Ευρωπαίων διπλωματών που βρίσκονται εκεί αλλά δεν υπήρξε κάποιο διάβημα. Ειδήσεις φτάνουν και από τη γαλλόφωνη Spectateur Oriental η οποία, παρ’ ότι ανθελληνική, αναφέρει ότι «η εκδίκηση και η παραφορά των Τούρκων υπερέβη τα όρια». Αυτή η εφημερίδα αποδίδει την ευθύνη στους επαναστάτες. Δημοσιεύονται και προσωπικές μαρτυρίες Χιωτών που σώθηκαν. Κάποιος αναφέρει ότι καθημερινά έρχονται από την Ασία στο νησί πλήθος Τούρκων για να λεηλατήσουν. Για τον αριθμό των θυμάτων αναφέρονται διάφορες πληροφορίες. Λεπτομερέστερες πληροφορίες προέρχονται από το Λονδίνο. Κατ’ αυτές, πριν από τη σφαγή οι κάτοικοι της Χίου ήταν 110.000 εκ των οποίων επιβίωσαν 20.000. Από τις 90.000 απώλειες οι 45.000 πωλήθηκαν ως δούλοι, αφού την 25 Μαΐου είχαν καταγραφεί στα κατάστιχα του τελωνείου ότι είχαν πληρωθεί τα τέλη εξόδου για 41.000 άτομα. Οι υπόλοιποι 25.000 εξοντώθηκαν. Από τους 20.000 που επέζησαν οι 5.000 απουσίαζαν από το νησί κατά την εξέγερση και 16.000 κατέφυγαν στα Ψαρά, τη Σμύρνη και αλλού. Η Spectateur Oriental εκτιμά τον αρχικό πληθυσμό του νησιού σε 120.000 κατοίκους. Πληροφορίες αναφέρουν και εκτελέσεις Χιωτών που βρέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, των οποίων οι περιουσίες δημεύτηκαν και τα μέλη των οικογενειών πουλήθηκαν ως δούλοι. Στη Journal du Commerce δημοσιεύεται κατάλογος ονομάτων 207 Χίων εμπόρων που εκτελέστηκαν. Τον κατάλογο κατέγραψε έμπορος της Φλωρεντίας μετά από αίτηση γαλλικών, ιταλικών και γερμανικών εμπορικών οίκων που είχαν συναλλαγές με τους Χιώτες εμπόρους.
Η ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας εκλαμβάνεται στον ευρωπαϊκό τύπο σαν εκδίκηση και ένδειξη ηρωισμού. Η All. Zeitung γράφει ότι «η ιστορία θα καταστήσει γνωστόν εις τας επομένας γενεάς το θάρρος των Ελλήνων ναυτικών».[13]

Αντίκτυπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η είδηση της σφαγής της Χίου συγκλόνισε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, η στάση της οποίας μεταστράφηκε απέναντι στην ελληνική επανάσταση και πλέον υπήρξε θετική. Μετά το γεγονός αυτό το φιλελληνικό κίνημα φούντωσε και σημαντικός αριθμός Ευρωπαίων φιλελλήνων έσπευσαν στην επαναστατημένη Ελλάδα για να ενισχύσουν τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα. Σημαντική επιρροή άσκησε το γεγονός σε Ευρωπαίους καλλιτέχνες. Εμπνευσμένος από την σφαγή της Χίου ο Ευγένιος Ντελακρουά ζωγράφισε τον ομώνυμο πίνακα που εκτέθηκε στο Παρίσι και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση της γαλλικής κοινής γνώμης για τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων. Το 2009, ένα αντίγραφο του πίνακα εκτέθηκε στο τοπικό Βυζαντινό μουσείο της Χίου.Προκειται για εν απο τα καλυτερα αντιγραφα του εργου, με ετος δημιουργιας το 1919 ( Ε . Ιωαννιδης)και εκτελεστηκε με εντολη του Γεωργιου Παπανδρεου που εκεινη την περιοδο εκτελουσε χρεη  Γενικου Διευθυντή Νήσων Αιγαίου.Ενα ακομα εκτειθεται στο Εθνικο Ιστορικο μουσειο στην Αθηνα σε μικροτερη κλιμακα ( Λ.Κογεβινας ),και ενα στη σχολη καλων τεχνων της Πραγας.

Η εκδίκηση του Κανάρη [Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ελληνικός στόλος ήταν πολύ μικρότερος από τον οθωμανικό και δεν μπορούσε να τον αντιμετωπίσει σε μάχη. Γι' αυτό το λόγο πάρθηκε η απόφαση από τους Έλληνες να εκδικηθούν την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά και ο Γιώργης Πιπίνος από την Ύδρα κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο λιμάνι της Χίου, τη νύχτα της 6ης Ιουνίου (1822), όταν οι Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμ και συμποσίαζαν στα πλοία τους. Ο ναύαρχος Καρά Αλής είχε καλέσει στη ναυαρχίδα τους αξιωματικούς του στόλου για ολονύχτιο γλέντι.


Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα)
Ο Κανάρης κατόρθωσε να γαντζώσει το πυρπολικό του στη ναυαρχίδα και να του βάλει φωτιά. Ο Πιπίνος το κόλλησε στην υποναυαρχίδα, αλλά δεν το γάντζωσε καλά, αυτό ξεκόλλησε και παρασυρμένο από τον αέρα κάηκε χωρίς να κάνει ζημιά. Όμως το πυρπολικό του Κανάρη μετέδωσε τη φωτιά στη ναυαρχίδα και γρήγορα πήρε φωτιά η μπαρουταποθήκη της, τινάζοντας τη ναυαρχίδα στον αέρα. 2.000 Τούρκοι βρήκαν το θάνατο μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο Καρά Αλή, ο οποίος χτυπημένος από ένα καιόμενο κομμάτι κατάρτι μπήκε σε μία βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην ακτή. Το κατόρθωμα αυτό ενθουσίασε την Ελλάδα και όλο τον κόσμο και ενέπνευσε πολλούς σημαντικούς ξένους λογοτέχνες.
el.wikipedia.org

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου